- ποταμόψαρο
- το, Νποταμήσιο ψάρι, ψάρι τού γλυκού νερού.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ποταμόψαρο — το ψάρι του ποταμού: Η πέστροφα είναι ποταμόψαρο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ποταμός — Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους… … Dictionary of Greek